Δευτέρα 28 Ιουνίου 2010

Δικαστικό μπλόκο και στο εργασιακό

Αντίθετες με το Σύνταγμα και τις διεθνείς συμβάσεις είναι οι παρεμβάσεις, σύμφωνα με μέλη των ανώτατων δικαστηρίων

Κόκκινη κάρτα και στις εργασιακές ανατροπές, που ετοιμάζει η κυβέρνηση, βγάζουν -σύμφωνα με πληροφορίες- δικαστικοί λειτουργοί, προειδοποιώντας ότι αρκετές από τις κυοφορούμενες ρυθμίσεις θα κινδυνεύσουν να καταπέσουν καθώς εμφανίζονται να είναι αντίθετες στο Σύνταγμα, σε διεθνείς συμβάσεις και στη νομολογία ελληνικών και κυρίως ευρωπαϊκών δικαστηρίων.

Η ταυτόχρονη σημαντική υποβάθμιση εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα έχει προβληματίσει ιδιαίτερα την τρίτη εξουσία, καθώς μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα λίγων μηνών η πολιτεία φαίνεται να υποχωρεί δραστικά απέναντι στην υποχρέωσή της να στηρίξει το κοινωνικό κράτος δικαίου και να εγγυηθεί την προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως της εργασίας και της κοινωνικής ασφάλισης.

Αν και αρχικά η δικαιοσύνη έδειχνε πρόθυμη να επιδείξει μεγάλη ανοχή απέναντι στη συρρίκνωση δικαιωμάτων με την επίκληση της εξαιρετικά κρίσιμης δημοσιονομικής κατάστασης, σύμφωνα με πληροφορίες, τις τελευταίες εβδομάδες διατυπώνεται ένας διαφορετικός προβληματισμός και υπάρχει μια αναστροφή κλίματος απέναντι στη διαπίστωση ότι επιχειρείται πολύ μεγάλη υποβάθμιση δικαιωμάτων που μπορεί να οδηγήσει σε δοκιμασία τον κοινωνικό ιστό.

«Μονόπλευρα μέτρα»

Διατυπώνονται, μάλιστα, ολοένα και περισσότερο δικαστικές επιφυλάξεις για τη μονόπλευρη προώθηση μέτρων σε βάρος των πολλών (εργαζομένων, ασφαλισμένων, συνταξιούχων), χωρίς να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας και χωρίς να διασφαλίζεται η αναζήτηση αναγκαίων πόρων και προς άλλες πλευρές, οικονομικά ισχυρότερες.

Σύμφωνα με πληροφορίες, επισημάνθηκε από δικαστικούς λειτουργούς -και σε «κεκλεισμένων των θυρών» συνεδρίαση- ότι η κυβέρνηση όφειλε πρώτα απ’ όλα να έχει κινήσει τις απαιτούμενες διαδικασίες για να αναζητήσει την επιστροφή μεγάλων κονδυλίων με την κίνηση καταλογισμού όλων εκείνων των ποσών με τα οποία οι εμπλεκόμενοι σε μεγάλα σκάνδαλα ζημίωσαν το Δημόσιο (Βατοπεδί, ομόλογα, Siemens κλπ.).

Βλέπουν τσουνάμι προσφυγών για τα μέτρα

Δικαστικοί λειτουργοί επισημαίνουν ότι η υιοθέτηση τέτοιων μέτρων θα προκαλέσει «τσουνάμι» προσφυγών και θα διαπιστωθεί -πιθανώς μετά από την πάροδο λίγων ετών- ότι οι νέες ρυθμίσεις παραβιάζουν το Σύνταγμα ή τη νομολογία ευρωπαϊκών και ελληνικών δικαστηρίων.

  • Για την προσπάθεια να καταργηθεί το δικαίωμα της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία εφόσον οι δύο πλευρές δεν μπορούν να συμφωνήσουν)επισημαίνεται ότι δεν προκύπτει καμία ανάγκη νομοθετικής τροποποίησης από το Μνημόνιο. Η τροποποίηση γίνεται στη λογική της απαξίωσης του ΟΜΕΔ, κάτι που είχε ξεκινήσει πριν από μερικά χρόνια από την εργοδοτική πλευρά, αποδίδοντας τη μομφή ότι οι θέσεις του καταλήγουν να υπερασπίζονται κυρίως τις θέσεις των εργαζομένων.

Ωστόσο, δικαστικοί κύκλοι υπογραμμίζουν ότι η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με ομόφωνη απόφασή της (36-0 ψήφοι) είχε αποκρούσει την προσπάθεια απαξίωσης γενικά του ΟΜΕΔ, αλλά και της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, κρίνοντας (25/04) ότι το όλο σύστημα είναι σύμφωνο με τις συνταγματικές διατάξεις για την ισότητα, την εργασία κλπ. Είχε, μάλιστα, επισημανθεί ότι η επίμαχη ρύθμιση (που τώρα επιχειρείται να καταργηθεί, με κίνδυνο να οδηγήσει στην ανάδειξη των ατομικών συμβάσεων ή στο «πάγωμα» δικαιωμάτων και αποδοχών) εναρμονίζεται πλήρως και με διεθνείς συνθήκες, αφού επιδιώκει την ειρηνική επίλυση των συλλογικών διαφορών σε κλίμα συμφιλίωσης, χωρίς οξύτητες και πιέσεις.

  • Για τον υπερδιπλασιασμό του ποσοστού ομαδικών απολύσεων (από 2 σε 5%) επισημαίνεται ότι η ελληνική, και η ευρωπαϊκή, νομολογία είχε κατ’ επανάληψη αποδεχθεί τη συνταγματικότητα και νομιμότητα του ισχύοντος συστήματος, αλλά και του ποσοστού 2%.

Δεν θα περνούσε από το ΣτΕ το Προεδρικό

Σύμφωνα με πληροφορίες, εάν το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος περνούσε από την επεξεργασία της Ολομέλειας Διαταγμάτων του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν θα έβγαινε αλώβητο, καθώς είχαν εντοπιστεί διάφορα προβλήματα με τη δημοσιοποίηση του περιεχομένου του. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, είχαν διατυπωθεί προβληματισμοί κατά πόσον τέτοιου είδους ρυθμίσεις μπορούσαν να περάσουν με ΠΔ, καθώς τροποποιούσαν διατάξεις νόμων και θα μπορούσε να προκληθεί νομική εμπλοκή εν όψει του τρόπου νομοθέτησης που θεσπίζει το Σύνταγμα.

Δεν αποκλείεται, μάλιστα, η κυβερνητική μεταστροφή, με την αποφυγή του ΣτΕ και την επιλογή προώθησης των διατάξεων με νομοσχέδιο στη Βουλή, να οφείλεται στο γεγονός ότι είχαν πάρει «μήνυμα» για πιθανό «μπλόκο». Δικαστικοί κύκλοι και από τα τρία ανώτατα δικαστήρια δεν έκρυβαν τον προβληματισμό και την ανησυχία τους για το γεγονός ότι με την επίκληση του Μνημονίου και της κακής δημοσιονομικής κατάστασης επιχειρείται να τροποποιηθεί νομικό πλαίσιο προστασίας των εργαζομένων που είχε θεσπιστεί εδώ και 90 χρόνια επί Ελ. Βενιζέλου (ν. 2112/20), αλλά και το 1959 ή το νομοθετικό πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της διαιτησίας (ν. 1876/90), ένα από τα ελάχιστα νομοθετήματα που είχε τότε την οικουμενική στήριξη του Κοινοβουλίου, αλλά και των εκπροσώπων της εργοδοσίας και των εργαζομένων.

Για τις αποζημιώσεις σε περίπτωση απόλυσης με συρρίκνωση του χρόνου προειδοποίησης, παρά τις οριακές βελτιώσεις που εξαγγέλθηκαν κατά 1-2 μόλις μήνες, οι νέες ρυθμίσεις είναι σαφές ότι επιχειρούν να καταστήσουν ελκυστικότερες και ευκολότερες τις απολύσεις σε ηλικίες μεγαλύτερες, βοηθώντας τον εργοδότη να απαλλαγεί από εργαζομένους (που λόγω ηλικίας, προϋπηρεσίας, οικογενειακών επιδομάτων κλπ.) έχουν υψηλότερες αμοιβές. Ετσι, αντί η σχετική νομοθεσία να εξακολουθεί να έχει προστατευτικό για τον εργαζόμενο χαρακτήρα, δημιουργεί... κίνητρα για την απόλυση (45άρηδων - 55άρηδων) προκειμένου να γίνεται αντικατάσταση με άλλους φθηνότερους, όπως τους νέους των νέων κατώτατων ορίων αμοιβής, που υπολείπονται των 600 ευρώ.

Δικαστικοί κύκλοι επισημαίνουν τον κίνδυνο να δημιουργηθούν στρατιές ανέργων γονέων αυτής της ηλικίας, αφού και ο εργοδότης δεν θα θέλει να συμμετέχει στη διαδικασία αυτασφάλισης του εργαζόμενου, επιλέγοντας να τον απομακρύνει πριν από το 55ο έτος, ενώ ο απολυόμενος σε αυτή την ηλικία είναι πολύ δύσκολο να ξαναβρεί εργασία (και, μάλιστα, αμειβόμενος στο νόμιμο ύψος των αποδοχών που αντιστοιχούν στην προϋπηρεσία του), με συνέπεια να καθίσταται αδύνατη η συμπλήρωση της απαιτούμενης 35ετίας ή και 40ετίας για τη συνταξιοδότηση.

Δικαστικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι ανάχωμα στην εφιαλτική αυτή προοπτική μπορεί να αποτελέσει η νομολογία του Αρείου Πάγου που απαιτεί να τηρούνται κοινωνικά κριτήρια όταν οι εργοδότες απολύουν για οικονομικοτεχνικούς λόγους που αφορούν τη λειτουργία των επιχειρήσεων. Ετσι, κατά τους δικαστές, κατά την επιλογή των απολυομένων πρέπει να εκτιμάται όχι μόνο η ικανότητα και η υπηρεσιακή απόδοση, αλλά και να προστατεύονται οι αρχαιότεροι σε υπηρεσία και ηλικία, όσοι έχουν μεγαλύτερες οικογενειακές υποχρεώσεις, αλλά και να συνεκτιμάται το κατά πόσον ο απολυόμενος μπορεί (λόγω ηλικίας) να ξαναβρεί άλλη εργασία.

Αν δεν συντρέχουν αυτά τα στοιχεία, η απόλυση μπορεί να ακυρώνεται ως καταχρηστική, όταν καταστεί δυνατόν όμως να εκδικαστεί η υπόθεση, καθώς σήμερα τέτοιες υποθέσεις προσδιορίζονται να δικαστούν με καθυστέρηση 1-2 ετών... Αξιοσημείωτη είναι η προειδοποίηση ότι η υποβάθμιση των αποζημιώσεων των ήδη εργαζομένων που απολύονται μπορεί να κριθεί δικαστικά ότι παραβιάζει τα περιουσιακά δικαιώματα όπως προστατεύονται από το 1ο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: