Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2010

ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ΤΗΝ AMALIA RODRIGUEZ TH ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ SLAZAR ΣΤΗ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ KAI TOY FRANCO ΙΣΠΑΝΙΑ -ΘΑ ΞΑΝΑΓΥΡΙΣΟΥΜΕ ΣΕ ΤΕΤΟΙΕΣ ΕΠΟΧΕΣ;

α
Εφερε τη μουσική της πατρίδας της στις τέσσερις άκρες του κόσμου. Ταξίδεψε τα «φάντο» εκεί όπου άλλες γλώσσες και μουσικές δεν θα μπορούσαν, ίσως, να εκφράσουν τη γηγενή θλίψη και μελαγχολία.

Η Αμάλια ντα Πιεντάντε Ρεμπορντάο Ροντρίγκεζ, που όλοι την ήξεραν απλώς σαν Αμάλια, έζησε μια ζωή πλούσια σε συγκινήσεις, προσφορά και δόξα. Κι αν κάποια στιγμή η ίδια η πατρίδα της αμφισβήτησε τη δημοκρατικότητά της, ταυτίζοντάς την με τη δικτατορία του Σαλαζάρ, ακόμα κι αυτό η Αμάλια Ροντρίγκεζ το ξεπέρασε.Πώς; Μα τραγουδώντας ...;τον ύμνο της Eπανάστασης των Γαριφάλων, το «Grandola Villa Morena».

Η οριστική απαλλαγή της από τη ρετσινιά της φασίστριας έγινε με τον πιο επίσημο και κατηγορηματικό τρόπο λίγο αργότερα. Η Πορτογαλική Δημοκρατία την τίμησε με την υψηλότερη διάκριση, το παράσημο του Μεγάλου Σταυρού του Σαντιάγκο.


Δεν τραγουδάω τα φάντο. Εκείνα τραγουδούν μέσα μου, έλεγε η Amalia Rodrigues. Γεννημένη το πρωινό της 1ης Ιουλίου 1920 στη Λισαβώνα,η Amalia Rodrigues τραγουδούσε, παιδάκι ακόμα, στις γειτονιές, λαϊκά τραγούδια (cantigas populares) και επιτυχίες από το σινεμά. Παρά τη βροντερή φωνή της, οι γείτονες δεν ενοχλούνταν και η μικρή Αμάλια γυρνούσε στο σπίτι πάντα με καραμέλες στα χέρια. Τα οικονομικά της οικογένειας δεν ήταν καθόλου καλά και έτσι αναγκάστηκε, μαζί με την αδελφή της Celeste και τη μητέρα της, να πουλάει φρούτα στην αγορά Cais de Rocha, συνεχίζοντας όμως πάντα να τραγουδά.
Καθώς η φήμη της εξαπλωνόταν, το 1936, της προτάθηκε ν' εκπροσωπήσει τη συνοικία Αλκαντάρα σε πανεθνικό διαγωνισμό φάντο. Στις πρόβες τραγούδησε τόσο καλά, που οι υπόλοιποι συμμετέχοντες δήλωσαν πως θα απόσχουν. Οι διοργανωτές αποφάσισαν λοιπόν να της απαγορεύσουν εφεξής να λαμβάνει μέρος στον διαγωνισμό!

Το 1939 ο ιδιοκτήτης του περίφημου κέντρου της Λισαβώνας "Retiro da Severa" την κάλεσε στο σπίτι του και της πρότεινε να εμφανίζεται κάθε βράδυ στο μαγαζί του. Η φήμη της ξεπερνά, μέσα σε μικρό διάστημα, εκείνην ακόμη και καθιερωμένων fadistas (ερμηνευτών των φάντο), όπως η Μπέρτο Καρντόσο και ο Αλφρέντο Μαρκενέιρο και όλα τα διάσημα κέντρα πέφτουν στα πόδια της.

Η φήμη της περνά ακόμη και τα σύνορα και φτάνει ως την Ισπανία του Φράνκο. Το 1943 την προσκαλούν στη Μαδρίτη κι εκείνη ξεδιπλώνει το ταλέντο της, όχι μόνον στα φάντο, αλλά και στο φλαμένκο και σε ισπανικά τραγούδια από τη θρυλική ταινία "Camen de la Triana" και σε μεξικάνικα, γαλλικά, έως και στο "Summertime" του Γκέρσουιν. Η φωνή και οι ερμηνείες της σπάνε πια το φράγμα της γλώσσας.

Οι επόμενες, διεθνείς, περιοδείες της τη φέρνουν ως τη Βραζιλία, το 1945, όπου πρωτολανσάρει τη μεγάλη της επιτυχία "Ai Mouraria". Στο μεταξύ εμφανίζεται στο θέατρο, ερμηνεύοντας ρόλους ...; φαντίστας. Γνωρίζεται εκεί και με τον συνθέτη των μεγάλων της επιτυχιών Φρεντερίκο Βαλέριο, αλλά και με σημαντικούς ποιητές της εποχής, που της γράφουν στίχους και το 1946 έρχεται το κινηματογραφικό ντεμπούτο της στην ταινία "Capas Negras", ενώ ως το 1954 κάνει και την πρώτη της εμφάνιση σε ένα μικρό ρολάκι στη γαλλική ταινία "Οι εραστές του Τάγου" και κερδίζει, οριστικά, την καρδιά των Γάλλων, που ήδη την έχουν χειροκροτήσει στις ευρωπαϊκές περιοδείες της. Η μεγάλη συναυλία της, το 1956, στο περίφημο "Ολυμπιά" του Παρισιού σφραγίζει και τη διεθνή εφεξής καριέρα της και ως "πρέσβειρας των φάντο". Η μεγάλη Κυρία είναι πια η διεθνής Κυρία. Και έχει κατακτήσει την αγάπη και τον θαυμασμό όλων των λαών της υφηλίου. Είναι πια ίνδαλμα έως και στη μακρινή Ιαπωνία.

Συμμετέχει στο βρετανικό ντοκιμαντέρ "Απρίλιος στην Πορτογαλία", που κάνει σουξέ το τραγούδι "Coimbra", με θέμα την αλέγκρα ζωή των φοιτητών στο ιστορικό πανεπιστήμιο της ομώνυμης πόλης, ενώ έχει ήδη τεράστια επιτυχία, διεθνώς, με το "Una casa portuguesa" και το παλιό "Lisboa Antigua". Ηχογραφεί ασταμάτητα. Οι δίσκοι της είναι πλέον αμέτρητοι. Εκδόσεις σε όλες τις γλώσσες της υφηλίου. Εκατοντάδες. Χιλιάδες. Ακούστε την στη θρυλική "Carmencita", στο μελαγχολικό "Solidao", που ξανάγινε πρόσφατα επιτυχία, ως "Can cao do Mar" από τη διεθνή πλέον Ντούλσε Πόντες (και ακούστηκε στην ταινία "Φόβος ενστίκτου", με τον Ρίτσαρντ Γκιρ). Ακόμη, στο σπάνιο, δραματικό, "Confesso" ή στο συγκινητικό "Que Deus me perdoe" και στο "Mio amor', mio amor'" (στα ιταλικά). Σε ερμηνείες που διαπερνούν τα φυσικά όρια του βινυλίου ή και του σιντί ...;

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ανεπανάληπτη φωνή, ανεπανάληπτες ερμηνείες, προϊόντα άλλων εποχών, άλλων ηθών,άλλων κωδίκων που αφορούν τις αξίες της ζωής, και, φυσικά άλλων ονείρων.