Της Μέσα στον βομβαρδισμό των Μέσων για τον νέο ελληνο-γερμανικό πόλεμο, που δυστυχώς μοιάζει να μην περιορίζεται στα γνωστά χυδαία μοντάζ, θυμήθηκα μια άλλη εικόνα: τα λειωμένα ρολόγια του Νταλί, στο γνωστό του έργο «Η επιμονή της μνήμης».
Σε ένα χώρο που θυμίζει την ερήμωση μετά από πυρηνική έκρηξη, ρολόγια που έχουν χάσει το σχήμα τους, κρεμασμένα εδώ κι εκεί, στο κλαδί ενός ξερού δέντρου ή στην επιφάνεια ενός υβριδικού όντος, επιμένουν να δείχνουν τον χρόνο. Ο χρόνος αυτός, που μετράνε τα λειωμένα ρολόγια είναι ο χρόνος του φόβου: ο μόνος χρόνος που επιμένει ψυχαναγκαστικά, όταν τα πράγματα δεν μπορούν να μετρηθούν με τις μονάδες που ώς τότε μετρούνταν.
Ο χρόνος αυτός μοιάζει να δίνει και πάλι μια επίφαση έστω ζωής στα πράγματα. Ομως τα πράγματα, οι άνθρωποι, δεν ζουν πραγματικά μέσα στον φόβο. Επιβιώνουν, ίσως σκοτώνουν πιο σίγουρα, δεν βλέπουν καθαρά και αγκιστρώνονται από τις προκαταλήψεις που έμοιαζαν να έχουν υποχωρήσει, να έχουν ξεχαστεί. Το λειωμένο ρολόι είναι ξανά εδώ κάθε φορά που η άυλη μνήμη, η μνήμη που ενώνει τους ανθρώπους, η βιωμένη μνήμη, υποχωρεί. Το ρολόι, ακόμη και λειωμένο παίρνει τη θέση του για να μετρήσει με μνησικακία έναν χρόνο επίπεδο, μονοδιάστατο, για να ρωτήσει πού έφταιξες, τι χρωστάς, ποιος είσαι, τέλος πάντων;
Η Ευρώπη χτίστηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο πάνω στη συνείδηση ότι αυτά που μας ενώνουν είναι περισσότερα και σημαντικότερα από αυτά που μας είχαν χωρίσει. Στην αναγνώριση ότι οι δύο Παγκόσμιοι ήταν στην ουσία ενδοευρωπαϊκοί εμφύλιοι, που υποβάθμισαν τον παγκόσμιο ρόλο της ηπείρου μας. Δεν χτίστηκε ή τουλάχιστον δεν θα έπρεπε να είχε χτιστεί, επάνω στη λήθη και αυτό γιατί, όταν ξεχνάς, επαναλαμβάνεις, και μάλιστα στο χειρότερο, τα λάθη του παρελθόντος. Η Ελλάδα προσχώρησε για πολιτικούς κυρίως λόγους στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ελπίζοντας ότι έτσι θα προστατέψει τα σύνορά της. Το ότι δεν βρήκε την προστασία που περίμενε, δηλώνεται από τα υπέρογκα κόστη των εξοπλισμών που συνεχίζει να πληρώνει για να αποφύγει την τουρκική απειλή. Το ελληνικό κράτος, τα κόμματα εξουσίας και κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας έκαναν, όπως μάθαμε πολύ αργά, κακή χρήση των χρημάτων που συνέρρευσαν από τα ευρωπαϊκά ταμεία. Και γι'' αυτό καλούμαστε τώρα να πληρώσουμε όλοι, ασχέτως των ευθυνών μας.
Η επίθεση, ωστόσο, ενορχηστρωμένη ή μη, που δέχεται η Ελλάδα από τα γερμανικά Μέσα, ξεφεύγει από το πλαίσιο των προβλημάτων αυτών. Ξεκινά προφανώς από το πειστικό σύνθημα «δεν θα πληρώσουμε εμείς, οι Γερμανοί, γι'' αυτά που άρπαξαν άλλοι». Καταλήγει όμως σ'' ένα παραλήρημα ρατσισμού, όπου τα πάντα, από το σεξουαλικό υπονοούμενο μέχρι την κουζίνα, το ποτό και τις απροκάλυπτες απειλές, τίθενται στην υπηρεσία της δαιμονοποίησης του άλλου. Και το γεγονός ότι χρησιμοποιεί, εκτός από τον λόγο και την εικόνα, που μπορεί να κάνει κακό όσο χίλια λόγια, επιτρέπει στα συνθήματα που χρησιμοποιούνται να ξεφεύγουν ευκολότερα από τον κριτικό έλεγχο, επηρεάζοντας άμεσα το θυμικό, προτιμώμενο πεδίο κάθε ολιστικής προπαγάνδας.
Μπορούμε να πούμε ότι το ρολόι της Ιστορίας έχει κολλήσει σε εποχές όπου, στη Γερμανία, η συκοφαντία ήταν επιβεβλημένο μέσον πολιτικής προπαγάνδας; Δεν θα το έλεγα. Τα ρολόγια δεν κολλούν ποτέ. Ακόμη και τα λειωμένα ρολόγια του Νταλί δεν αναφέρονται στην πραγματικότητα στον χρόνο που δείχνουν οι κατεστραμμένοι τους δείκτες. Δείχνουν πάντοτε λάθος ώρα ή μάλλον την ώρα του επομένου λάθους. Η ανθελληνική καμπάνια δεν φέρνει απλώς πίσω τον χρόνο σε ώρες ρατσισμού, που όλοι μας πληρώσαμε ακριβά. Δυστυχώς, ανοίγει προοπτικές για νέες ανεξέλεγκτες καταστάσεις που, αν δεν αντιμετωπιστούν, θα βλάψουν όχι μόνο τη χώρα μας αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου